Απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Νίκου Καζαντζάκη Αναφορά στον Γκρέκο (1961)
Σώπα, δάσκαλε…
Ώρες μας έπαιρνε ο δάσκαλος τ΄ αυτιά ποια φωνήεντα είναι μακρά, ποια βραχέα και τι τόνο να βάλουμε, οξεία ή περισπωμένη. Κι εμείς ακούγαμε τις φωνές στον δρόμο, τους μανάβηδες, τους κουλουρτζήδες, τα γαϊδουράκια που γκάριζαν και τις γειτόνισσες που γελούσαν και περιμέναμε πότε να χτυπήσει το κουδούνι, να γλιτώσουμε. Κοιτάζαμε τον δάσκαλο να ιδρώνει απάνω στην έδρα, να λέει, να ξαναλέει και να θέλει να καρφώσει στο μυαλό μας τη γραμματική, μα ο νους μας ήταν έξω, στον ήλιο και στον πετροπόλεμο. Γιατί πολύ αγαπούσαμε τον πετροπόλεμο και συχνά πηγαίναμε στο σκολειό με το κεφάλι σπασμένο.
Μια μέρα, ήταν άνοιξη, χαρά Θεού, τα παράθυρα ήταν ανοιχτά κι έμπαινε η μυρωδιά από μιαν ανθισμένη μανταρινιά στο αντικρινό σπίτι. Το μυαλό μας είχε γίνει κι αυτό ανθισμένη μανταρινιά και δεν μπορούσαμε πια ν΄ ακούμε για οξείες και περισπωμένες. Κι ίσια ίσια ένα πουλί είχε καθίσει στο πλατάνι της αυλής του σκολείου και κελαηδούσε. Τότε πια ένας μαθητής, χλωμός, κοκκινομάλλης, που ΄χε έρθει εφέτο από το χωριό, Νικολιό τον έλεγαν, δε βάσταξε, σήκωσε το δάχτυλο:
-Σώπα, δάσκαλε, φώναξε. Σώπα, δάσκαλε, ν΄ ακούσουμε το πουλί!
Διασκευασμένο κείμενο του μαθητή Δημήτρη Σκούρα.
Αγαπητέ συμμαθητή,
Μην αγχώνεσαι με τις σχολικές επιδόσεις και τους βαθμούς σου. Σε καμία περίπτωση δεν αποτυπώνουν τις ικανότητές σου και την εξυπνάδα σου. Στο σχολείο σε αναγκάζουν να μάθεις γνώσεις παρωχημένες, που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματική ζωή. Αυτό που θέλουν είναι να απομνημονεύεις λέξεις και αριθμούς σα ρομποτάκι. Σε υπνωτίζουν, λέγοντας ότι αν δεν ακολουθήσεις σαν πρόβατο αυτά που σου επιβάλλουν, τότε δε θα σε σέβονται και δε θα έχεις λαμπρό μέλλον. Αλλά εσύ ανακάλυψε αυτά που ψάχνεις, τις πληροφορίες και τις δράσεις που θα σε οδηγήσουν στον κόσμο των ιδεών και των συναισθημάτων. Στάσου γερά στα πόδια σου και προχώρα!